- γεννῶνται
- γεννάωbegetpres subj mp 3rd pl (attic epic ionic)γεννάωbegetpres ind mp 3rd plγεννάωbegetpres subj mp 3rd pl (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
PALICI — I. PALICI qui et Delli, et Crateres nominantur, lacus, sive fontes in Sicilia sunt, qui continuâ eructatione, ad 3. circiter cubitus in altum efferuntur, cadentesque in se ipsos recipiuntur. Horum historiam et nominis originem, vide apud Macrob.… … Hofmann J. Lexicon universale
Πλάτων — I Έλληνας φιλόσοφος (Αθήνα ή Αίγινα 428/427 π.Χ. – Αθήνα 348/347). Κατά την παράδοση, το αληθινό του όνομα ήταν Αριστοκλής, όπως και του παππού του, και μόνο πολύ αργότερα ονομάστηκε Πλάτων, εξαιτίας του πλάτους των ώμων του. Η ζωή του. Γόνος… … Dictionary of Greek
ενδογενής — ές (Α ἐνδογενής, ές) νεοελλ. 1. αυτός που παράγεται μέσα στον οργανισμό ή από κάποια εσωτερική αιτία 2. φρ. «ενδογενείς δυνάμεις ή παράγοντες» γεωλογικές δυνάμεις που προέρχονται από το εσωτερικό τής γης (σεισμοί, μαγματισμός, θερμές πηγές κ.λπ.) … Dictionary of Greek
εντεροαδενικός — ή, ό φρ. «εντεροαδενική στιβάδα (εμβρυϊκών κυττάρων)» εσωτερική στιβάδα τού βλαστοδέρματος από την οποία γεννώνται το πεπτικό επιθήλιο, οι αδένες τού πεπτικού συστήματος και οι πνεύμονες … Dictionary of Greek
εντομολογία — Η επιστήμη που μελετά τα έντομα. Η ε. είναι ένας από τους κλάδους της ζωολογίας που έχει μελετηθεί περισσότερο, όχι μόνο από ειδικούς επιστήμονες, αλλά και από ερασιτέχνες, συχνά άριστους, τους οποίους προσέλκυσε ο μεγάλος αριθμός και η ποικιλία… … Dictionary of Greek
μέλισσα — Κοινή ονομασία υμενοπτέρων εντόμων της υπεροικογένειας apοidea, στην οποία περιλαμβάνονται συνολικά 19 οικογένειες με 3.000 περίπου είδη. Όλες οι μ. στηρίζονται στη γύρη ως μοναδική πηγή πρωτεϊνών και στο νέκταρ ως πηγή ενέργειας. Για τον λόγο… … Dictionary of Greek
μαρμότα — (Marmota). Γένος τρωκτικών θηλαστικών της οικογένειας των σκιουρίδων, το οποίο περιλαμβάνει 11 είδη. Το κυριότερο από αυτά ονομάζεται Marmota marmota και απαντά σε λιβάδια ή ξέφωτα δασών. Οι μ. περνάνε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους σε βαθιά… … Dictionary of Greek
νοησιαρχία — (intellectualismus). Με τον όρο αυτόν υποδηλώνονται όλες οι φιλοσοφικές αντιλήψεις που θέτουν τη νόηση ως αυτοτελές κριτήριο, κύριο ή και μοναδικό, της αλήθειας. Είτε πρόκειται για την αυτοδυναμία της νόησης, που συλλαμβάνει την αλήθεια των… … Dictionary of Greek
οίνος — ο (ΑΜ οἶνος) 1. το οινοπνευματούχο ποτό που παράγεται από τη ζύμωση τού γλεύκους τών νωπών σταφυλιών, το κρασί (α. οἶνος εὐφραίνει καρδίαν ἀνθρώπου», ΠΔ β. «άκρατος οίνος» ανέρωτο κρασί γ. «ρητινίτης οίνος») 2. το ποτό που παράγεται από τη ζύμωση … Dictionary of Greek
παλεονυμφάγονος — παλεονυμφάγονος, ον (Α) αυτός στον οποίο από παλιά γεννώνται νύμφες. [ΕΤΥΜΟΛ. < παλεός (βλ. λ. παλαιός) + νύμφα + γονος (< γόνος < γίγνομαι)] … Dictionary of Greek